Το 2025 αποτέλεσε για τους Έλληνες καταναλωτές ένα έτος έντονης προσαρμογής, χωρίς θεαματικές ανατροπές αλλά με εμβάθυνση ήδη υπαρχουσών τάσεων. Η ακρίβεια παρέμεινε η κυρίαρχη συνθήκη, όχι ως πρόσκαιρο φαινόμενο, αλλά ως μια μόνιμη πραγματικότητα που επηρέασε καθοριστικά το διαθέσιμο εισόδημα και την καθημερινή κατανάλωση. Παρότι ο πληθωρισμός εμφάνισε σχετική σταθεροποίηση –με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στο 2,5% για το ενδεκάμηνο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2025 έναντι 2,7% το 2024– το κόστος ζωής δεν επέστρεψε στα προ κρίσης επίπεδα. Αντίθετα, οι σωρευτικές αυξήσεις της περιόδου 2021-2025, που ανήλθαν συνολικά στο 17,3%, διατήρησαν έντονη την αίσθηση οικονομικής πίεσης, ιδίως σε βασικούς τομείς όπως τα τρόφιμα, η στέγαση και η ενέργεια.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεώργιο Μπάλτα, το 2025 χαρακτηρίστηκε από «αναγκαστική προσαρμογή» των καταναλωτών στον πιο μόνιμο χαρακτήρα της ακρίβειας. Η προσαρμογή αυτή δεν ήταν ομοιόμορφη, αλλά διαφοροποιήθηκε ανάλογα με το εισόδημα και τη συνολική οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών. Κοινός παρονομαστής, ωστόσο, υπήρξε η στροφή σε πιο συγκρατημένες και πειθαρχημένες αγοραστικές πρακτικές: μείωση της κατανάλωσης, αναζήτηση προσφορών, επιλογή φθηνότερων προϊόντων και καταστημάτων.
Ιδιαίτερα στον κλάδο των τυποποιημένων προϊόντων, ενισχύθηκε η στροφή προς τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία προσφέρουν σταθερά χαμηλότερες και πιο προβλέψιμες τιμές. Εκτιμάται ότι το μερίδιο δαπάνης της ιδιωτικής ετικέτας στα σούπερ μάρκετ έφτασε στο τέλος του 2025 το 27%-28%, επιβεβαιώνοντας μια διαρθρωτική αλλαγή στην καταναλωτική συμπεριφορά. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο κ. Μπάλτας, πολλοί καταναλωτές «δεν αναζητούν πλέον την καλή τιμή, αλλά την τιμή που μπορούν να αντέξουν».
Καθοριστικό ρόλο στη συρρίκνωση της καταναλωτικής δυνατότητας έπαιξε η αγορά ακινήτων. Οι τιμές κατοικιών και τα ενοίκια συνέχισαν να αυξάνονται, απορροφώντας μεγάλο μέρος του εισοδήματος και καθιστώντας τη στέγη απρόσιτη, ιδιαίτερα για τους νέους. Παράλληλα, το υψηλό κόστος ενέργειας επιβάρυνε τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Το 2025, αν και χρονιά σχετικής σταθερότητας, βιώθηκε από άλλους ως ηρεμία και από άλλους ως στασιμότητα. Ωστόσο, αυτή η σταθερότητα δημιουργεί προσδοκίες για ένα καλύτερο 2026, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξουν ενεργές αποφάσεις και δράσεις προς αυτή την κατεύθυνση.

















