Το 2024, οι τράπεζες στην Ελλάδα χορήγησαν λιγότερα νέα επιχειρηματικά δάνεια σε αριθμό, αλλά με σημαντικά υψηλότερες εκταμιεύσεις σε σχέση με το 2023. Ειδικότερα, αν και οι νέες δανειακές συμβάσεις μειώθηκαν ελαφρώς στα 28 δισ. ευρώ, οι εκταμιευθείσες οφειλές αυξήθηκαν κατά 61% στα 20,6 δισ. ευρώ, έναντι 12,8 δισ. ευρώ το προηγούμενο έτος.
Τα περισσότερα κεφάλαια (62%) αφορούσαν “πιστωτικές γραμμές” τμηματικής εκταμίευσης, ενώ ακολούθησαν τα δάνεια τακτής λήξης (28%) και οι ανακυκλούμενες πιστώσεις (9%). Λιγότερο από 1% κατευθύνθηκε σε λοιπές μορφές χρηματοδότησης, όπως κάρτες και υπεραναλήψεις. Οι μεγάλες επιχειρήσεις απορρόφησαν την πλειονότητα των δανείων (8,5 δισ. ευρώ), με τις μεσαίες και μικρές να ακολουθούν. Περίπου 3 δισ. ευρώ αφορούσαν νεοσύστατες επιχειρήσεις χωρίς διαθέσιμα στοιχεία ταξινόμησης.
Ανά κλάδο, κυρίαρχη ήταν η χρηματοδότηση της βιομηχανίας/μεταποίησης και της ενέργειας, με υψηλό ποσοστό δανείων να σχετίζεται με ανάγκες κεφαλαίου κίνησης, ιδίως στις μικρότερες επιχειρήσεις. Το μέσο επιτόκιο των νέων δανείων μειώθηκε στο 5% (από 5,5% το 2023), χάρη στις μειώσεις των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ και στο γεγονός ότι η πλειοψηφία των δανείων ήταν σε ευρώ και με κυμαινόμενο επιτόκιο. Οι μεγάλες επιχειρήσεις εξασφάλισαν χαμηλότερα επιτόκια, λόγω ισχυρότερης πιστοληπτικής αξιολόγησης και διαπραγματευτικής δύναμης.
Η γενική τάση δείχνει μετατόπιση των επιτοκίων προς χαμηλότερες τιμές και μικρότερη διασπορά σε σχέση με το 2023, επιβεβαιώνοντας ένα περιβάλλον σταδιακής αποκλιμάκωσης του κόστους χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις.