Παρά τη γενική πτώση που σημειώνεται στον ευρωπαϊκό τομέα των αλκοολούχων ποτών, τα ελληνικά προϊόντα του κλάδου ακολουθούν αντίθετη πορεία, παρουσιάζοντας αξιοσημείωτη ενίσχυση το 2024. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της EUROSTAT, τα οποία επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ), για δεύτερη συνεχή χρονιά οι επιδόσεις της ελληνικής ποτοποιίας σε διεθνές επίπεδο ξεπέρασαν τα 100 εκατ. ευρώ.
Συγκριτικά με το 2023, η συνολική αξία αυξήθηκε κατά 7,9% (+8,4 εκατ. ευρώ), ενώ καταγράφηκε άνοδος και σε όγκο κατά 1,5% (+0,6 εκατ. κιλά). Παράλληλα, η μέση τιμή πώλησης ενισχύθηκε κατά 6,3%, γεγονός που δείχνει την αυξανόμενη αξία των ελληνικών προϊόντων στην παγκόσμια αγορά.
Η ανάλυση των τελευταίων πέντε ετών, μετά την πανδημία, δείχνει συνολική άνοδο της τάξης του 45,4% σε αξία, 4% σε ποσότητα και εντυπωσιακή αύξηση 40% στη μέση τιμή ανά κιλό. Η βελτίωση της τιμής παρατηρείται τόσο στις συναλλαγές με χώρες της ΕΕ όσο και με χώρες εκτός ΕΕ, με αύξηση 7,14% και 2,56% αντίστοιχα για το 2024.
Οι ευρωπαϊκές αγορές εξακολουθούν να αποτελούν τον βασικό πυλώνα του κλάδου, καθώς απορροφούν το 74% της αξίας (84,9 εκατ. ευρώ) και το 76% της ποσότητας (27,9 εκατ. κιλά). Αν και παρατηρείται μικρή μείωση στον όγκο (-1,8%), η άνοδος στην αξία (+5,19%) υποδηλώνει ισχυρή δυναμική.
Αντίστοιχα, οι αγορές εκτός ΕΕ παρουσίασαν σημαντική ενίσχυση: η συνολική αξία αυξήθηκε κατά 16,5% (29,6 εκατ. ευρώ από 25,4 εκατ. το 2023) και η ποσότητα κατά 13,5% (8,9 εκατ. κιλά από 7,8 εκατ.).
Η Γερμανία παραμένει ο κυριότερος προορισμός για τα ελληνικά αποστάγματα, με μερίδιο 35% στην αξία και 43,5% στην ποσότητα. Ωστόσο, το 2024 καταγράφηκε κάμψη στις επιδόσεις της σε σχέση με το προηγούμενο έτος, με μείωση 5,75% στην αξία και 2,73% στην ποσότητα.
Το Ιράκ καταλαμβάνει πλέον τη δεύτερη θέση, με αξία 15,2 εκατ. ευρώ και ποσότητα 5,8 εκατ. κιλά. Παρά τους πρόσφατους περιορισμούς στην αγορά αλκοόλ, η δραστηριότητα στην περιοχή αρχίζει να ανακάμπτει, με αυξήσεις 4,6% στην ποσότητα και 3,8% στην αξία.
Η Βουλγαρία καταγράφει σταθερή ανοδική πορεία, ισχυροποιώντας τη θέση της ως σημαντική αγορά εντός της ΕΕ, με αύξηση της αξίας κατά 4,9% για το 2024.