Συγκρατημένη αισιοδοξία εμφανίζουν οι Έλληνες καταναλωτές, σύμφωνα με την πέμπτη έκδοση της έρευνας EY Future Consumer Index Ελλάδα 2025 της EY Ελλάδος, η οποία πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 500 ατόμων από τις 15 έως τις 20 Οκτωβρίου 2025.

Παρά το ότι ο επίμονος πληθωρισμός και η διεθνής οικονομική αβεβαιότητα εξακολουθούν να επιβαρύνουν τα νοικοκυριά, οι δείκτες δείχνουν ότι κάποιες ανησυχίες αρχίζουν να αποκλιμακώνονται. Οι φόβοι για το υψηλό κόστος ζωής και τα προσωπικά οικονομικά παραμένουν ψηλά (64% και 56% αντίστοιχα), αλλά μειωμένοι σε σχέση με πέρυσι. Αντίστοιχη υποχώρηση καταγράφεται και σε συμπεριφορές «σφιχτής» κατανάλωσης, όπως η αγορά μόνο των απαραίτητων ή η δυσκολία κάλυψης βασικών εξόδων.

Αν και πολλοί εξακολουθούν να σχεδιάζουν περικοπές δαπανών τους επόμενους μήνες, αυξάνεται το ποσοστό όσων σκοπεύουν να ξοδέψουν περισσότερα σε βασικά τρόφιμα, καθημερινές ανάγκες και προϊόντα προσωπικής φροντίδας. Για πρώτη φορά, οι καταναλωτές που εκτιμούν ότι η οικονομική τους κατάσταση θα βελτιωθεί (27%) ξεπερνούν εκείνους που φοβούνται επιδείνωση (25%).

Η πολυκαναλική συμπεριφορά κερδίζει έδαφος, με τους καταναλωτές να συνδυάζουν φυσικά και online καταστήματα. Το κατάστημα παραμένει κυρίαρχο σημείο αγοράς, ενώ οι αποκλειστικά ψηφιακές αγορές περιορίζονται στο 10%. Η καλύτερη τιμή αποτελεί βασικό κριτήριο επιλογής επιχείρησης, ακολουθούμενη από τις προσφορές και την τοποθεσία. Ωστόσο, στο επίπεδο του προϊόντος, οι αγοραστές λαμβάνουν υπόψη και παράγοντες όπως ποιότητα, υγιεινή, διαθεσιμότητα και brand. Το φαινόμενο της αλλαγής μάρκας παραμένει ισχυρό: οι καταναλωτές επιλέγουν φθηνότερες, παρόμοιας ποιότητας επιλογές, δοκιμάζουν νέα brands και συχνά δηλώνουν πως δεν διακρίνουν μεγάλες διαφορές μεταξύ εταιρειών. Στην προσπάθεια να μειώσουν τα έξοδα, στρέφονται σε private label προϊόντα, εκπτωτικά καταστήματα και προσφορές. Παράλληλα, 79% έχουν παρατηρήσει «shrinkflation» — μικρότερες συσκευασίες με τις ίδιες ή υψηλότερες τιμές.

Το σπίτι εξακολουθεί να αποτελεί το κέντρο της καθημερινότητας, με περισσότερους καταναλωτές να δηλώνουν ότι σκοπεύουν να μαγειρεύουν, να περνούν χρόνο και να ψυχαγωγούνται εντός του χώρου τους. Παρά την κυριαρχία της τιμής, η εμπειρία εξυπηρέτησης παραμένει κρίσιμος παράγοντας. Το 74% των ερωτηθέντων έχουν αλλάξει brand ή κατάστημα λόγω κακής εξυπηρέτησης, ενώ 65% δηλώνουν ότι συστήνουν μια εταιρεία κυρίως με βάση την ποιότητα της εμπειρίας τους.

Οι ψηφιακές συναλλαγές έχουν πλέον εδραιωθεί, ιδίως στις τραπεζικές υπηρεσίες (92%), αλλά η ασφάλεια αποτελεί κορυφαία ανησυχία: οι καταναλωτές φοβούνται την κλοπή στοιχείων καρτών, τη διαρροή δεδομένων και την παραβίαση της ιδιωτικότητάς τους. Αυξημένη είναι και η εξοικείωση με την τεχνητή νοημοσύνη, με τους περισσότερους να δηλώνουν μέτρια ή καλή αντίληψη για τη λειτουργία της. Παρά τη βελτίωση της εμπιστοσύνης, υπάρχει ακόμα δισταγμός σε εφαρμογές που αφορούν οικονομικά ή ιατρικά δεδομένα. Επιπλέον, οκτώ στους δέκα προτιμούν ανθρώπινη εξυπηρέτηση έναντι ψηφιακών βοηθών, ιδιαίτερα για ερωτήσεις, παράπονα και διαδικασίες επιστροφών.