Η Τράπεζα της Ελλάδος, μέσω της Έκθεσης Νομισματικής Πολιτικής που κατατέθηκε στη Βουλή, προβλέπει ανάπτυξη 2,3% για το 2025 και 2% για το 2026, με οριακή επιτάχυνση στο 2,1% το 2027. Αυτοί οι ρυθμοί είναι υψηλότεροι από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, συμβάλλοντας στη σταδιακή σύγκλιση του ελληνικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Κύριοι μοχλοί της ανάπτυξης παραμένουν η κατανάλωση, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές.
Η Έκθεση επισημαίνει ότι η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, με βελτίωση των δημοσιονομικών δεικτών και μείωση του δημόσιου χρέους. Το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 3,2% του ΑΕΠ το 2025 και το δημόσιο χρέος να υποχωρήσει στο 145,4% του ΑΕΠ, με επιπλέον μείωση τα επόμενα χρόνια λόγω πρόωρης αποπληρωμής δανείων.
Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται σοβαρά εμπόδια: γραφειοκρατία, ασταθές ρυθμιστικό πλαίσιο, αναποτελεσματικό νομικό σύστημα και επενδυτικά εμπόδια, σύμφωνα με εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ΕΤΕπ. Η ΤτΕ τονίζει την ανάγκη πλήρους αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων (NextGenerationEU, Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027) και την εφαρμογή κρίσιμων μεταρρυθμίσεων.
Ο πληθωρισμός προβλέπεται να φθάσει στο 2,5% το 2025 και να μειωθεί στο 2,1% το 2026, πριν αυξηθεί ξανά στο 2,4% το 2027. Η ανεργία θα μειωθεί από 9,4% το 2025 σε 8,2% το 2027. Οι βασικοί κίνδυνοι περιλαμβάνουν την αύξηση του προστατευτισμού στο διεθνές εμπόριο, φυσικές καταστροφές λόγω κλιματικής κρίσης και την καθυστέρηση στην απορρόφηση ευρωπαϊκών κονδυλίων και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.