Προϊόντα χωρίς αλάτι. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας απηύθυνε νέες προειδοποιήσεις για τη μείωση του αλατιού στα τρόφιμα. Έτσι, ενίσχυσε την τάση για προϊόντα με μειωμένο ή και καθόλου αλάτι στη μικρή λιανική, όπου παρατηρείται ήδη μια σταθερή αύξηση των σχετικών κωδικών και στην Ελλάδα.
Του Βάιου Τασούλα
Νέα δυναμική μετά τις παγκόσμιες συστάσεις
Οι νέοι καταναλωτές έχουν στραφεί στις πιο υγιεινές επιλογές για τη διατροφή τους, γεγονός που έχει φέρει τα τελευταία χρόνια μία σειρά από αλλαγές και στα προϊόντα που τοποθετούνται στα ράφια των σούπερ και μίνι μάρκετ. Ειδικά η ετικέτα «χωρίς» φαίνεται ότι πουλάει αρκετά, και έτσι διαφημίζεται ιδιαίτερα και από τις ίδιες τις εταιρείες. Τα προϊόντα χωρίς γλουτένη και χωρίς ζάχαρη έχουν κυριαρχήσει πια στην αγορά, ενώ ανοδική τάση ακολουθούν, επίσης, εκείνα χωρίς συστατικά ζωικής προέλευσης, που απευθύνονται σε vegan –και όχι μόνο– καταναλωτές. Εξίσου σημαντική τάση όμως όλα δείχνουν ότι θα αποτελέσει και η ετικέτα «χωρίς αλάτι» το προσεχές διάστημα, με τα πρώτα σχετικά προϊόντα να βρίσκονται ήδη στα ράφια και των ελληνικών μίνι μάρκετ.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει θέσει ως στόχο τη μείωση του αλατιού στη διατροφή των ανθρώπων κατά 30%, έως το 2025.
Η εικόνα μοιάζει πολύ με ό,τι είχε συμβεί με την κατηγορία των sugar-free. Μετά από προειδοποιήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η πλειοψηφία των εταιρειών παγκοσμίως άρχισε να στρέφεται σε προϊόντα με μειωμένη ή και καθόλου ζάχαρη. Κολοσσοί της αγοράς μάλιστα πήραν τις ανάλογες δεσμεύσεις, με αποτέλεσμα άπαντες να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Κάπως έτσι φθάσαμε μερικά χρόνια μετά, με την πλειονότητα των νέων κωδικών που λανσάρονται ειδικά σε κλάδους όπως τα αναψυκτικά, τους χυμούς και τα σνακ, να αφορούν προϊόντα χωρίς ζάχαρη. Κάτι αντίστοιχο έχει αρχίσει να συμβαίνει λοιπόν και με τα προϊόντα χωρίς αλάτι, αφού οι προτάσεις για τον περιορισμό του στα τρόφιμα έχουν ήδη αρχίσει να διαμορφώνουν νέα δεδομένα στην αγορά, διαπίστωση που αναμένεται να επηρεάσει και την εικόνα στα ράφια των μίνι μάρκετ τα επόμενα χρόνια.
Οι νέες συστάσεις του ΠΟΥ
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποίησε πρόσφατα ότι η υπερβολική περιεκτικότητα αλατιού σε τρόφιμα και ποτά εκθέτει τους ανθρώπους σε μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιαγγειακά προβλήματα και εγκεφαλικό. Ως εκ τούτου, εξέδωσε και νέες οδηγίες για τον περιορισμό του νατρίου στις τροφές. Εκτιμάται ότι ετησίως 11 εκατομμύρια θάνατοι παγκοσμίως συνδέονται με την κακή διατροφή, περιλαμβανομένων 3 εκατομμυρίων που αποδίδονται σε υψηλή πρόσληψη νατρίου, σύμφωνα με την έκθεση του ΠΟΥ.
Σε πολλές πλούσιες χώρες –και με αυξανόμενους ρυθμούς σε χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα– μεγάλο ποσοστό της πρόσληψης νατρίου προέρχεται από τυποποιημένα τρόφιμα, όπως το ψωμί, τα δημητριακά, τα επεξεργασμένα κρέατα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα – μαζί με τα τυριά. Χλωριούχο νάτριο είναι το όνομα του αλατιού στη χημεία, ενώ το νάτριο είναι ένα μέταλλο που ρυθμίζει την ποσότητα του νερού στο σώμα.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ λοιπόν, οι αρχές πρέπει να ορίσουν στρατηγικές για τη μείωση της πρόσληψης αλατιού και να προσφέρουν στους ανθρώπους πληροφορίες για να λαμβάνουν τις σωστές διατροφικές αποφάσεις. Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ Tedros Adhanom Ghebreyesus επισήμανε μάλιστα ότι «η βιομηχανία τροφίμων και ποτών πρέπει να μειώσει τα ποσοστά νατρίου στα επεξεργασμένα προϊόντα».
Τα νέα όρια που έθεσε ο ΠΟΥ για 64 κατηγορίες τροφίμων και ποτών έχουν στόχο να καθοδηγήσουν τις αρχές των 194 χωρών μελών του στις συζητήσεις τους με τη βιομηχανία. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τις νέες συστάσεις του ΠΟΥ, τα πατατάκια θα πρέπει να περιέχουν το μέγιστο 500 μικρογραμμάρια νατρίου ανά 100 γραμμάρια προϊόντος, οι πίτες και τα γλυκά έως 120 μικρογραμμάρια και το επεξεργασμένο κρέας έως 360 μικρογραμμάρια.
«Η υπερβολική πρόσληψη νατρίου αυξάνει την αρτηριακή πίεση και, κατά συνέπεια, τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών ασθενειών» επεσήμανε ο Ghebreyesus. Οι καρδιαγγειακές παθήσεις αποτελούν τη βασική αιτία θανάτου από μη μεταδιδόμενες ασθένειες παγκοσμίως και ευθύνονται για το 32% όλων των θανάτων, σύμφωνα με τον ΠΟΥ. Η υψηλή πρόσληψη νατρίου συνδέεται με την παχυσαρκία, με χρόνιες ηπατικές νόσους και τον γαστρικό καρκίνο.
Ο ΠΟΥ συνιστά να περιορίζεται η κατανάλωση αλατιού σε λιγότερα από 5 γραμμάρια καθημερινά, δηλαδή σε λιγότερα από 2 γραμμάρια νατρίου. Ο παγκόσμιος στόχος που είχε θέσει το 2013 ήταν να μειωθεί κατά 30% η μέση πρόσληψη αλατιού από τους ανθρώπους ως το 2025, όμως «ο κόσμος δεν είναι στον σωστό δρόμο για την επίτευξη του στόχου αυτού».
Τρόφιμα με λιγότερο αλάτι προτείνει και ο ΕΦΕΤ στην Ελλάδα
Προς την ίδια κατεύθυνση έχει κινηθεί και ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων στην Ελλάδα, ο οποίος έχει προβάλει όλα αυτά τα χρόνια τις συστάσεις του ΠΟΥ, αναφέροντας και σχετικά στοιχεία για τη χώρα μας. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον ΕΦΕΤ, η κατανάλωση σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες είναι υψηλή, ενώ ενδείξεις από επιστημονικές μελέτες στην Ελλάδα δείχνουν ότι η κατανάλωση αλατιού μπορεί να είναι και διπλάσια του στόχου που έχει θέσει ο ΠΟΥ. Την τελευταία δεκαετία, ο ΕΦΕΤ έχει προβεί σε διάφορες δράσεις ευαισθητοποίησης, τόσο του γενικού πληθυσμού όσο και μεμονωμένων πληθυσμιακών ομάδων για την αναγκαιότητα της μείωσης αλατιού (σποτ στο μετρό Αττικής, ημερίδα αποκλειστικά για τη μείωση αλατιού, διαλέξεις σε σχολεία της χώρας κ.λπ.), ενώ έχει υπογράψει πρωτόκολλα συνεργασίας τόσο με τη Λέσχη Αρχιμαγείρων Ελλάδας όσο και με την Ομοσπονδία Αρτοποιών Ελλάδας, με στόχο τη μείωση της περιεκτικότητας αλατιού στα γεύματα και στο ψωμί, αντίστοιχα.
Όπως υποστηρίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, η μείωση αλατιού στα τρόφιμα είναι εφικτή και αποτελεί μία από τις πιο οικονομικά συμφέρουσες δράσεις για τη δημόσια υγεία. Σε αυτήν την προσπάθεια απαιτούνται ευαισθητοποίηση και δράσεις, τόσο από τη βιομηχανία τροφίμων και τους υπευθύνους μαζικής εστίασης όσο και από τους ίδιους τους καταναλωτές.