Τα Salt Free & Less Salt συνεχίζουν να αυξάνουν τη ζήτησή τους και στα καταστήματα της μικρής λιανικής, με όλο και περισσότερους καταναλωτές να τα επιλέγουν, προσέχοντας τη διατροφή τους.

Της Ελένης Σαραντάκη

Ανοδική τάση στις προτιμήσεις των καταναλωτών

Tα τελευταία χρόνια, οι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο έχουν αρχίσει να προσέχουν περισσότερο την υγεία τους, με το διαδίκτυο να τους ενημερώνει για σωστές και λάθος πρακτικές στην καθημερινότητά τους. Το ίδιο ισχύει όμως και για τη διατροφή τους, αφού πλέον οι καταναλωτές γνωρίζουν σε μεγάλο βαθμό, ποια προϊόντα είναι υγιεινά ή λιγότερο ανθυγιεινά, άσχετα με το αν τα επιλέγουν ή όχι. Οι νέες γενιές πάντως, έχουν αρχίσει να εξετάζουν πλήρως στα σούπερ και μίνι μάρκετ, την ετικέτα των προϊόντων που επιλέγουν να βάλουν στο καλάθι τους, ακολουθώντας πιο υγιεινές δίαιτες. Κάπως έτσι έχει δημιουργηθεί και η τάση για Salt Free & Less Salt προϊόντα, αφού οι οδηγίες για τη μείωση του αλατιού έρχονται πλέον και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

«Τα Salt Free και Less Salt προϊόντα “υπηρετούν” τον στόχο να μειωθεί κατά 30% η μέση πρόσληψη αλατιού από τους καταναλωτές ως το 2025.»

Οδηγίες για προϊόντα με λιγότερο αλάτι

Η τάση για προϊόντα χωρίς ή με λιγότερο αλάτι έχει ενισχυθεί σε μεγάλο βαθμό, από τις παγκόσμιες οδηγίες για μείωση του νατρίου στον οργανισμό. Ο ΠΟΥ συνιστά να περιορίζεται η κατανάλωση αλατιού σε λιγότερα από 5 γραμμάρια καθημερινά, δηλαδή σε λιγότερα από 2 γραμμάρια νατρίου. Ο παγκόσμιος στόχος που είχε θέσει το 2013 ήταν να μειωθεί κατά 30% η μέση πρόσληψη αλατιού από τους ανθρώπους ως το 2025, καθώς σύμφωνα με επιστήμονες: «η υπερβολική πρόσληψη νατρίου αυξάνει την αρτηριακή πίεση και, κατά συνέπεια, τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών ασθενειών». Γενικότερα, τα Salt Free & Less Salt προϊόντα εντάσσονται σε μία ευρύτερη προσπάθεια περιορισμού της κατανάλωσης πολύ επεξεργασμένων τροφίμων, τα οποία έχουν συνήθως μεγαλύτερη ποσότητα αλατιού, λιπών, ζάχαρης, τεχνητών προσθετικών και άλλων ουσιών. Η συχνή κατανάλωση τέτοιων τροφίμων, συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου και θανάτου από αυτόν, σύμφωνα με σχετικές έρευνες. Πρόκειται για τρόφιμα που έχουν υποστεί σημαντική επεξεργασία κατά την παραγωγή τους, όπως ποτά με ανθρακικό, συσκευασμένα ψωμιά, έτοιμα φαγητά, δημητριακά κ.ά. Συχνά τέτοια προϊόντα είναι σχετικά φθηνά, βολικά στην κατανάλωση και προωθούνται μέσω ισχυρού μάρκετινγκ, αλλά διάφορες μελέτες έχουν συσχετίσει αυτές τις τροφές με παχυσαρκία, διαβήτη τύπου 2, καρδιαγγειακές παθήσεις κ.ά. Οι ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Κολλεγίου Imperial του Λονδίνου, σε συνεργασία με επιστήμονες της Διεθνούς Υπηρεσίας Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) και των πανεπιστημίων του Σάο Πάολο (στη Βραζιλία) και Nova Λισαβόνας (στην Πορτογαλία), διαπίστωσαν σε σχετική έρευνα ότι για κάθε 10% αύξηση στην κατανάλωση πολύ επεξεργασμένων τροφίμων από έναν άνθρωπο, υπήρχε αύξηση 2% στην πιθανότητα να διαγνωσθεί γενικά καρκίνος και αύξηση στη θνησιμότητα από καρκίνο κατά 6%.

Μεγάλη η γκάμα καταναλωτών για Salt Free & Less Salt προϊόντα

Μία πρόσφατη έκθεση της Ένωσης Βιομηχανίας Τροφίμων (FMI) ανέδειξε τα προϊόντα χωρίς ζάχαρη και χωρίς αλάτι μεταξύ των νέων τάσεων στις αγορές ειδών παντοπωλείου, επισημαίνοντας μάλιστα ότι απευθύνονται και σε μία μεγάλη γκάμα καταναλωτών. Κι αυτό γιατί στο επίκεντρο βρίσκονται δύο διαφορετικές κατηγορίες με βάση την ηλικιακή τους ομάδα. Σε παγκόσμιο επίπεδο, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται διακριτές ομάδες καταναλωτών για τα προϊόντα του μίνι μάρκετ. Από τη μία έχουμε τους λεγόμενους «boomers», τους ηλικιωμένους αγοραστές δηλαδή, οι οποίοι και επικεντρώνονται περισσότερο στα συστατικά που πρέπει να αποφύγουν και ενισχύουν κατηγορίες, όπως τα προϊόντα χωρίς ζάχαρη και χωρίς αλάτι. επίσης, εστιάζουν περισσότερο σε ισχυρισμούς που σχετίζονται με την υγεία της καρδιάς, όπως «χαμηλή χοληστερόλη» και «υγιή καρδιά». Αντίστοιχα όμως και οι νεότεροι αγοραστές, της ομάδας των millenials, που επιλέγουν προϊόντα φυτικής προέλευσης, χωρίς αλλεργιογόνα και αναζητούν εταιρείες που είναι κοινωνικά υπεύθυνες και ευαισθητοποιημένες προς την προστασία του περιβάλλοντος, προσέχουν ιδιαίτερα τα τρόφιμά τους. Ως εκ τούτου, είναι οι καταναλωτές που αποφεύγουν το αλάτι, τη ζάχαρη, τη γλουτένη και έλκονται από την ετικέτα «χωρίς» σε ό,τι αγοράζουν από τα σούπερ μάρκετ και τα καταστήματα της μικρής λιανικής. Όπως γίνεται αντιληπτό, τα Salt Free & Less Salt προϊόντα απευθύνονται και στις δύο ομάδες καταναλωτών, έχοντας ένα ευρύτερο πελατολόγιο για τις πωλήσεις τους στα καταστήματα.

Η νέα γενιά καταναλωτών εξετάζει την ετικέτα

Οι αγορές στα σούπερ και μίνι μάρκετ έχουν αλλάξει πάντως αρκετά τα τελευταία χρόνια, με τη νέα γενιά καταναλωτών να δίνει ιδιαίτερο βάρος στην εξέταση της ετικέτας των προϊόντων, γεγονός που ευνοεί και την κατηγορία των Salt Free & Less Salt. Οι νέοι καταναλωτές διαβάζουν τα συστατικά των προϊόντων, την εταιρεία, την προέλευση και όλα τα… μικρά γράμματα σε μία ετικέτα, με τις ενδείξεις «άνευ» ή «χωρίς» να είναι πλέον από τις πιο ελκυστικές. Είναι χαρακτηριστικό, ότι από σχετική έρευνα του Oservatorio Immagino 2 προκύπτει ότι πιο διαδεδομένα σε πωλήσεις είναι πλέον τα προϊόντα με σήμανση «χωρίς συντηρητικά» κι ακολουθούν, με αντίστοιχη δυναμική, όσα έχουν τη σήμανση «χαμηλά λιπαρά», «χωρίς χρώματα» και «χαμηλά σε ζάχαρη». Μεγαλύτερες τάσεις ανάπτυξης παρατηρούνται στα προϊόντα με ένδειξη «χωρίς πρόσθετα», «χωρίς φοινικέλαιο», «χωρίς αλάτι», «χωρίς επιπλέον ζάχαρη» και «χωρίς κορεσμένα λίπη». Αν σε αυτά, προστεθούν και τα προϊόντα που σχετίζονται με αλλεργίες, όπως χωρίς λακτόζη και χωρίς γλουτένη, έχουμε μία ολοκαίνουργια ανερχόμενη κατηγορία στην αγορά, με τεράστιo περιθώριo ανάπτυξης, που συνεπάγεται και το λανσάρισμα δεκάδων νέων προϊόντων αυτής της λογικής.

«Πιο διαδεδομένα σε πωλήσεις είναι πλέον τα προϊόντα με σήμανση “άνευ” ή “χωρίς”, με την υποκατηγορία του “χωρίς αλάτι” να εμφανίζει μεγάλη δυναμική.»

Στα προϊόντα «χωρίς αλάτι» οδηγείται η βιομηχανία τροφίμων

Η δυναμική είσοδος των προϊόντων χωρίς ή με περιορισμένη ποσότητα αλατιού στα σούπερ και μίνι μάρκετ επιβεβαιώνεται και από τη «στροφή» των βιομηχανιών τροφίμων προς αυτή την κατεύθυνση. Τα στοιχεία της αγοράς δείχνουν ότι ένα σημαντικό ποσοστό του καταναλωτικού κοινού επιλέγει πλέον κωδικούς που συνδέονται με την ισορροπημένη διατροφή, γι’ αυτό η ετικέτα «χωρίς» γνωρίζει ανάπτυξη στο λιανεμπόριο τροφίμων. Οι υγειονομικές αρχές έχουν αρχίσει έτσι να «πιέζουν» και τη βιομηχανία να μειώσει το αλάτι, προκειμένου να περιοριστούν προβλήματα υγείας που συνδέονται με την κατανάλωσή του. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν νέες οδηγίες για να αναγκάσουν την αγροτοδιατροφική βιομηχανία να μειώσει το ποσοστό του αλατιού στα προϊόντα της, ένα σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας σε μια χώρα όπου οι μισοί κάτοικοι πάσχουν από υπέρταση. Ο στόχος είναι μέσα σε δυόμισι χρόνια να μειωθεί κατά 12% η μέση κατανάλωση αλατιού ημερησίως, εξηγεί στην ανακοίνωσή της η FDA, η αμερικανική υπηρεσία τροφίμων και φαρμάκων. Συνολικά, οι νέες οδηγίες αφορούν 163 κατηγορίες προϊόντων, από κατεψυγμένα έτοιμα γεύματα μέχρι βρεφικές τροφές αλλά και τα μενού των φαστ φουντ. Σύμφωνα με τη FDA, έχει δοθεί αρκετός χρόνος μέχρι το 2024 στις βιομηχανίες για να εφαρμόσουν τα νέα μέτρα αλλά και για να «προσαρμοστούν» οι καταναλωτές στις νέες γεύσεις. Ανάλογη πορεία ακολουθεί και η Ε.Ε, με αποτέλεσμα στο μέλλον τα προϊόντα να αναμένεται να διατίθενται με μικρότερες ποσότητες αλατιού, σε ένα γενικότερο πλαίσιο. Κάπως έτσι, η εν λόγω τάση που έχει ήδη ξεκινήσει με αρκετούς κωδικούς και στην Ελλάδα, να εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια και μάλιστα σε ακόμη πιο γοργούς ρυθμούς, αλλάζοντας και τα ράφια σε μίνι μάρκετ και καταστήματα της μικρής λιανικής.