Τα ζυμαρικά θεωρούνται από τα πιο δημοφιλή προϊόντα διατροφής, τόσο σε περιόδους οικονομικής ύφεσης όσο και σε περιόδους ευημερίας. Βασικοί λόγοι είναι η χαμηλή λιανική τιμή πώλησης, η υψηλή διατροφική αξία και η συνεχής προσπάθεια των βιομηχανιών να αυξήσουν την προϊοντική γκάμα τους, προσφέροντας σε καταναλωτές και επαγγελματίες
πολλές διαφορετικές επιλογές.

Παραμένει υψηλά η ζήτηση

Αρκετά μίνι μάρκετ έχουν επενδύσει τα τελευταία χρόνια στην κατηγορία των ζυμαρικών, καθώς περιλαμβάνει προϊόντα που ταυτίζονται με τις καταναλωτικές συνήθειες του Έλληνα. Ιδιαίτερα τα μακαρόνια αποτελούν σταθερή προσθήκη στο καλάθι του νοικοκυριού, αφού είναι θρεπτικά, δίνουν αυξημένες δυνατότητες για πειραματισμό στην κουζίνα, είναι οικονομικά και απευθύνονται σε κάθε ηλικιακή ομάδα. Από τη στιγμή μάλιστα που ξέσπασε η πανδημία, το κανάλι των ζυμαρικών έχει ευνοηθεί σημαντικά. Αρκετοί ήταν οι καταναλωτές που στράφηκαν σε συσκευασμένα τρόφιμα, όπως τα ζυμαρικά, γιατί αποθηκεύονται εύκολα και θεωρούνται ασφαλή.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ελληνική αγορά διοχετεύονται ετησίως 150.000 τόνοι ζυμαρικών, με την κατά κεφαλήν κατανάλωση να ανέρχεται σε 12 κιλά. Πρόκειται, μάλιστα, για έναν κλάδο που έχει επηρεαστεί αρκετά από τις σύγχρονες διατροφικές τάσεις, αφού οι βιομηχανίες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας έχουν υιοθετήσει πολλά στοιχεία καινοτομίας, ανανεώνοντας την εικόνα των προϊόντων τους. Πλέον στα μίνι μάρκετ βρίσκει κανείς μια τεράστια γκάμα προϊόντων «νέας γενιάς», που είναι σε θέση να ενισχύσουν τον τζίρο του επαγγελματία. Οι κωδικοί που «πρωταγωνιστούσαν» τις προηγούμενες δεκαετίες ήταν αυτοί που παράγονταν από σιμιγδάλι. Όμως, οι νέες προσθήκες στην αγορά έχουν ανατρέψει τα δεδομένα και εναλλακτικές κατηγορίες ισχυροποιούν χρόνο με τον χρόνο τα μερίδιά τους.

Στην ελληνική αγορά διοχετεύονται ετησίως 150.000 τόνοι ζυμαρικών, με την κατά κεφαλήν κατανάλωση να ανέρχεται σε 12 κιλά.

Τα στοιχεία των τελευταίων ετών «μαρτυρούν» ότι πρόκειται για έναν κλάδο που θα γνωρίσει περαιτέρω ανάπτυξη στο μέλλον. Τα συμβατικά προϊόντα, ωστόσο, παρουσιάζουν πτώση στις προτιμήσεις, αφού οι κωδικοί ολικής άλεσης, τα παραδοσιακά ζυμαρικά και οι σύγχρονες προτάσεις από λαχανικά όσπρια και ιδιαίτερα άλευρα διεκδικούν μια θέση στο τραπέζι του αγοραστικού κοινού και, όπως όλα δείχνουν, το έχουν καταφέρει. Από τη μερίδα του λέοντος στην κατηγορία, δηλαδή των ζυμαρικών από σιμιγδάλι, «κλέβουν» πωλήσεις οι νέες υποκατηγορίες, που είτε δημιουργήθηκαν από τη στροφή των βιομηχανιών στις υγιεινές προτάσεις είτε αφορούν τις πιο premium εκδοχές ζυμαρικών, όπως των παρασκευασμένων με αυγό. Οι εγχώριες βιομηχανίες έχουν επεκτείνει ήδη το χαρτοφυλάκιό τους με νέους κωδικούς, ενώ μικρότερες εταιρείες δίνουν διαφορετικές δυνατότητες, επιτρέποντας σε κάθε μίνι μάρκετ να αφουγκραστεί τη ζήτηση και να καλύψει αντίστοιχα τα ράφια του.

Σταθερή η ζήτηση για ζυμαρικά

Οι πωλήσεις των ζυμαρικών εκτοξεύθηκαν κατά την πανδημία του κορωνοϊού, καθώς οι Έλληνες έσπευσαν αρχικά να… στοκάρουν προϊόντα μακράς κατανάλωσης, ενώ στη συνέχεια αυξήθηκε το μαγείρεμα στο σπίτι. Κάπως έτσι, ο κλάδος εμφάνισε θετικά αποτελέσματα τόσο σε αξία όσο και σε όγκο πωλήσεων, οι οποίες και υπερέβησαν το 10% κατά τη διάρκεια του 2020. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα καταγράφεται πτώση, η οποία είναι όμως πολύ μικρή και δείχνει ότι η ζήτηση για τα ζυμαρικά παραμένει σταθερή, τόσο στα σούπερ μάρκετ όσο και στο κανάλι της μικρής λιανικής.

Μεγάλοι και μικροί «παίκτες» στην αγορά

Ο κλάδος των ζυμαρικών στη χώρα μας είναι δυναμικός, με τις εταιρείες Barilla Hellas, Μelissa Κίκιζας, EURIMAC και ΗΛΙΟΣ να κυριαρχούν, διαθέτοντας στα ράφια των καταστημάτων γνωστά εμπορικά σήματα. Οι εν λόγω εταιρείες έχουν ενισχύσει διαχρονικά τον όγκο παραγωγής τους, επενδύοντας σε παραγωγικές εγκαταστάσεις και τεχνολογικό εξοπλισμό, με αποτέλεσμα να υπερκαλύπτουν την εγχώρια ζήτηση. Και οι τέσσερις δυνατοί «παίκτες» έχουν στρέψει την προσοχή τους στο λανσάρισμα καινοτόμων προϊόντων, που καλύπτουν τις ειδικές ανάγκες των καταναλωτών, με νέους κωδικούς προϊόντων στην κατηγορία ολικής άλεσης και veggiepasta.

Τα μίνι μάρκετ, όμως, που θέλουν να ενισχύσουν την γκάμα των ζυμαρικών τους έχουν και αρκετές άλλες επιλογές, αφού στην αγορά δραστηριοποιούνται συνεταιρισμοί και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, συνήθως οικογενειακές, οι οποίες παράγουν παραδοσιακά προϊόντα και απευθύνονται κατά κύριο λόγο στις περιοχές δράσης τους. Τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται και αυτές σε όλη τη χώρα, όχι μέσω της δημιουργίας πανελλαδικών δικτύων, αλλά σε συνεργασία με χονδρεμπόρους, ειδικά για τα μίνι μάρκετ, με έμφαση, για αρχή, στην Αττική.

Εναλλακτικά λανσαρίσματα με «φόντο» την υγιεινή διατροφή

Εν μέσω πανδημίας εξακολουθούν να κερδίζουν έδαφος τα ολικής άλεσης μακαρόνια, τα οποία έχουν πλούσια γεύση. Μεγάλο πλεονέκτημά τους είναι ότι μπορούν να καταναλωθούν άφοβα από διαβητικούς, καθώς χαρακτηρίζονται από χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Την ίδια ώρα, τα προϊόντα χωρίς γλουτένη είναι μια κατηγορία που τα τελευταία χρόνια έχει πραγματοποιήσει δυναμική είσοδο στο κανάλι της μικρής λιανικής. Οι βιομηχανίες τροφίμων που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας λανσάρουν συνεχώς νέους κωδικούς, ώστε να καλύψουν όλες τις σύγχρονες τάσεις των καταναλωτών, είτε πρόκειται για πιο premium προϊόντα είτε για πιο υγιεινές επιλογές.

Λόγω έλλειψης χρόνου, οι σύγχρονοι καταναλωτές αναζητούν εύκολες και γρήγορες λύσεις ακόμα και στην προετοιμασία ενός πιάτου ζυμαρικών.

Αποτέλεσμα αυτής της τάσης είναι μια μεγάλη ποικιλία ζυμαρικών «χωρίς γλουτένη» και από εναλλακτικά αλεύρια κόκκινης φακής, ρεβιθιού, φαγόπυρου, βρώμης, νιόκι, γλυκοπατάτας ή κινόας. Ο συγκεκριμένος τύπος ζυμαρικών έχει καταγραφεί στη συνείδηση των καταναλωτών ως υγιεινή επιλογή και τοποθετείται στο καλάθι του νοικοκυριού, παρά την αισθητή διαφορά στην τιμή σε σχέση με τα συμβατικά ζυμαρικά. Και ενώ οι μεγάλες εταιρείες κυριαρχούν στις εναλλακτικές προτάσεις, οι μικρότερες δίνουν βάση κυρίως στην… παράδοση.

Η ταχύτητα «κερδίζει» και στα ζυμαρικά

Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονοι καταναλωτές είναι η έλλειψη χρόνου, με αποτέλεσμα να αναζητούν εύκολες και γρήγορες λύσεις ακόμα και στην προετοιμασία ενός πιάτου ζυμαρικών. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η εταιρεία ΗΛΙΟΣ επανατοποθέτησε στην αγορά τα ζυμαρικά γρήγορου βρασμού Espressi ΗΛΙΟΣ με νέες συσκευασίες. Τα ζυμαρικά γρήγορου βρασμού Espressi ΗΛΙΟΣ χρειάζονται ελάχιστο χρόνο, μόνο 1,5 λεπτό για τα spaghetti και 4 λεπτά για τις πέννες ριγέ, πολύ λιγότερο δηλαδή από τον χρόνο που χρειάζεται κανείς για να φτιάξει μια σαλάτα, ένα αυγό τηγανητό, ένα τοστ ή να παραγγείλει delivery. Χάρη στη λεπτή τους διάσταση και το σχήμα τους, τα ζυμαρικά απορροφούν το νερό ταχύτερα κατά το μαγείρεμα, βράζοντας έτσι πολύ πιο γρήγορα. Εξοικονομείται λοιπόν ενέργεια, με αποτέλεσμα ένα πιο οικονομικό μαγείρεμα για τον οικιακό προϋπολογισμό και ένα επιπλέον βήμα για την προστασία του περιβάλλοντος σε ολόκληρο τον πλανήτη, σύμφωνα με την εταιρεία. Το νέο αυτό λανσάρισμα δείχνει όμως και μια γενικότερη τάση που θα κυριαρχήσει τα επόμενα χρόνια και στα ζυμαρικά, με την ταχύτητα να «κερδίζει» και σε αυτή την κατηγορία.