Αύξηση καταγράφεται το 2018 στην αξία της πλειονότητας των προϊόντων του λιανεμπορίου στα σούπερ μάρκετ, με τους καταναλωτές να «στρέφονται» όλο και περισσότερο προς την κατηγορία της ιδιωτικής ετικέτας, επιλέγοντας κυρίως και με βάση τις προσφορές και τις εκπτώσεις των καταστημάτων.

Της Ελένης Σαραντάκη

Η «μάχη» στην αγορά των σούπερ μάρκετ έχει ενταθεί τους τελευταίους μήνες, με πολλές αλλαγές να έχουν συντελεστεί και στον «χάρτη» των «αλυσίδων» των καταστημάτων, όπου μια σειρά από εξαγορές και συγχωνεύσεις έχει φέρει νέα δεδομένα και για τους καταναλωτές.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤΣύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία για το 2018, πάντως, πρόκειται για ένα διάστημα που ευνοεί τον ανταγωνισμό, αφού ο τζίρος στην πλειονότητα των προϊόντων παρουσιάζει ανοδική πορεία, με τους καταναλωτές να συνδράμουν με τη σειρά τους και μέσω της αύξησης των αγορών προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, όπου τα περιθώρια κέρδους είναι πολύ μεγαλύτερα για τις επιχειρήσεις του κλάδου. Αντίθετα, αρνητικό γεγονός θεωρείται ότι μια μεγάλη μερίδα των πελατών συνεχίζει να ψωνίζει με βάση τις προσφορές και τις εκπτώσεις, γεγονός που δεν επιτρέπει στις μεγάλες «αλυσίδες» τη σταδιακή… εξαφάνισή τους, την οποία και επιδιώκουν εδώ και αρκετό καιρό.

Κερδίζουν τη «μάχη»τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας

Τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας συνεχίζουν να κερδίζουν έδαφος στις προτιμήσεις των καταναλωτών, καταλαμβάνοντας πλέον σχεδόν το 30% των προτιμήσεων των καταναλωτών, αφού ειδικά στα σούπερ μάρκετ, ένα στα τρία προϊόντα που επιλέγουν είναι private label. Αυτό αποδεικνύει πρόσφατη έρευνα του Ερευνητικού Εργαστηρίου Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, που διενεργήθηκε σε δείγμα 1.365 νοικοκυριών σε όλη την Ελλάδα, με τυχαία δειγματοληψία και χρήση δομημένου ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου.

Σχεδόν το 30% των προϊόντων που αγοράζουν κατά μέσο όρο οι καταναλωτές από τα σούπερ μάρκετ το 2018 αφορά προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.

Πιο συγκεκριμένα, και σύμφωνα με την έρευνα, το 29,1% των προϊόντων που αγοράζουν κατά μέσο όρο οι καταναλωτές από το σούπερ μάρκετ είναι ιδιωτικής ετικέτας. Το ποσοστό είναι μάλιστα ενισχυμένο σε σχέση με τα τελευταία χρόνια, αφού το 2017 το αντίστοιχο μερίδιο ήταν 28,3%, το 2015 ήταν 28,9%, το 2014 28,2% και το 2011 ήταν αρκετά χαμηλότερο, στο 21,5%, με μοναδική εξαίρεση το 2016, οπότε και κατεγράφη το υψηλότερο επίπεδο στην αγορά, με ποσοστό της τάξης του 31,5%.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤΠαράλληλα, η έρευνα ανέδειξε ότι το 81,9% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας έχουν πιο συμφέρουσα τιμή, ποσοστό όμως πολύ χαμηλότερο από αυτό που είχε καταγραφεί στην αντίστοιχη περσινή έρευνα και ήταν 91,3%, γεγονός που επιβεβαιώνει την αύξηση της τιμής τους στα σούπερ μάρκετ. Αντίστοιχα, βέβαια, αυξάνεται και το ποσοστό των καταναλωτών που θεωρούν ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι ανώτερης ποιότητας από τα επώνυμα, αφού το σχετικό ποσοστό ανήλθε στο 11,1% από 9,2% στην αντίστοιχη περσινή έρευνα.

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι το 56,7% (65,5% πέρυσι) των ερωτηθέντων δήλωσε ικανοποιημένο με τα private label προϊόντα, το 34,8% (29,8% πέρυσι) ούτε ικανοποιημένο ούτε δυσαρεστημένο, ενώ δυσαρεστημένο εμφανίστηκε μόνο το 8,5% (4,7% πέρυσι) του δείγματος, με το ποσοστό πάντως να έχει σχεδόν διπλασιαστεί σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα.

Η σημασία των PL για τις λιανεμπορικές επιχειρήσεις

Αντίστοιχα αποτελέσματα καταγράφει και η ετήσια (2017-2018) πανελλήνια έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), με δείγμα 2.000 καταναλωτές από όλη την Ελλάδα. Η τάση του καταναλωτικού κοινού υπέρ των private label (PL) προϊόντων είναι αξιοσημείωτη και αναδεικνύει τα εξής:

  • Το 43% των καταναλωτών δηλώνει ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι κύριος παράγοντας για να επιλέξουν «αλυσίδα» σούπερ μάρκετ για τις αγορές τους.
  • Η τάση υπέρ των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας είναι μικρότερη στα μεγάλα αστικά κέντρα από ό,τι στην επαρχία.
  • Άνδρες και οικογένειες με παιδιά επίσης τείνουν να δίνουν μεγαλύτερη σημασία στην επιλογή των προϊόντων αυτών.
  • Το cluster των καταναλωτών που αγοράζει συστηματικά και επιλέγει συχνά discount stores είναι με μεγάλη διαφορά αυτό που επιλέγει «αλυσίδα» σουπερ ανάλογα με το ποια προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας περιμένει να βρει.
  • Είναι σαφές ότι υπάρχει μία σημαντική ευκαιρία για τις λιανεμπορικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα να επιτύχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα με τη σωστή στρατηγική για τα προϊόντα με τα οποία θα ταυτιστούν.
  • Η ποιοτική εικόνα των προϊόντων αυτών έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια και η πλειονότητα των ερωτηθέντων σε ποσοστό 58% θεωρεί ότι τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι εξίσου ποιοτικά σε σχέση με τα αντίστοιχα επώνυμα προϊόντα.

Ενισχύεται ο τζίρος και η αξία των πωλήσεων

Σημαντική αύξηση τόσο στον συνολικό τζίρο όσο και στις επιμέρους κατηγορίες και ειδικά στα προϊόντα που αφορούν το λιανεμπόριο και τα λεγόμενα FMCGs (Fast-Μoving Consumer Goods – ταχείας κατανάλωσης) καταγράφει η Nielsen, η οποία εξετάζει την αγορά των σούπερ μάρκετ και συγκεκριμένα τα καταστήματα τροφίμων άνω των 100 τ.μ. σε ηπειρωτική Ελλάδα και Κρήτη (εξαιρούμενων των νησιών). Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, ο τζίρος κινήθηκε θετικά σε αξία σημειώνοντας άνοδο 2,3% στο πρώτο εξάμηνο του 2018 (και σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2017 έως τις 30 Ιουνίου 2018), με τα FMCGs να δίνουν στο σύνολό τους αντίστοιχη αύξηση της τάξης του 2,2%.
Όσον αφορά τα επιμέρους στοιχεία, το σύνολο των κατηγοριών bazaar (ένδυση, ηλεκτρικές συσκευές, βιβλία, εργαλεία, είδη κήπου, είδη αυτοκινήτου, οικιακός εξοπλισμός κ.λπ.) εμφανίζουν τη μεγαλύτερη άνοδο της τάξης του 7,5%, εξαιτίας όμως και των νέων μεγάλων «αλυσίδων», όπως Μαρινόπουλος και Σκλαβενίτης, ενώ τα φρέσκα και επί ζυγίω προϊόντα παρουσιάζουν πολύ μικρότερη άνοδο, στο +1,2%. Αντίστοιχα, στις επιμέρους κατηγορίες των FMCGs, τα τρόφιμα & ποτά αναπτύσσονται κατά 1,8%, τα προϊόντα προσωπικής περιποίησης, κατά 3,5%, ενώ τα προϊόντα οικιακής χρήσης έχουν αυξήσει την αξία των πωλήσεών τους κατά 3,9%.