Προϊόντα για τις ανάγκες της μικρής λιανικής

Εκτός, όμως, από τις μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων που «κυριαρχούν» και στα σούπερ μάρκετ, υπάρχει και μία ακόμη σειρά από εταιρείες που έχουν εστιάσει ακόμη περισσότερο στη μικρή λιανική, προσφέροντας ακόμη περισσότερες επιλογές, τόσο στις μπάρες δημητριακών όσο και στις μπάρες πρωτεΐνης για τα ράφια των μίνι μάρκετ. H Naturals με τη σειρά Go On, η Naturetech με τα προϊόντα PowerPro κι η Healthier Choice με τα Bezzo και το Mooveat, αποτελούν από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα, αφού έχουν ήδη κερδίσει τη δική τους θέση στον ανταγωνισμό, ειδικά όσον αφορά το εν λόγω κανάλι. Σταθερό καταναλωτικό κοινό αποτελούν κυρίως οι έφηβοι και οι αθλητές, οι οποίοι επιλέγουν συχνά προϊόντα ενισχυμένα με θρεπτικά συστατικά και πρωτεΐνη. Αξίζει να σημειωθεί ότι εν μέσω πανδημίας και συνεχόμενων lockdown οι διατροφικές «ατασθαλίες» των καταναλωτών κράτησαν για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που αισθάνονταν έγκλειστοι και είχαν ανάγκη από «συναισθηματικό» φαγητό. Επανήλθαν, όμως, γρήγορα στα πρότυπα της υγιεινής διατροφής που ευνοεί την αγορά της μπάρας και των light επιλογών, άρδην. Την ίδια ώρα, η κυρίαρχη τάση για vegan κωδικούς έχει κάνει την εμφάνισή της και στην κατηγορία της μπάρας.

Η χαμηλή τιμή αποτελεί «όπλο» για τις πωλήσεις στην κατηγορία της μπάρας, ειδικά όσον αφορά τα καταστήματα της μικρής λιανικής.

Vegan ετικέτα ακόμα και στις μπάρες

Αυξημένη ζήτηση, τα τελευταία χρόνια, παρουσιάζουν οι vegan κωδικοί και στο κανάλι της μικρής λιανικής. Ένα σημαντικό μέρος του κοινού, που δεν απέχει απαραίτητα από την κατανάλωση κρέατος, αναζητά snacks με φυτικές πρώτες ύλες, με αποτέλεσμα οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια αγορά να διευρύνουν το χαρτοφυλάκιό τους με νέες προτάσεις. Ήδη στη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου, τις ΗΠΑ, έχουν κάνει την εμφάνισή τους δεκάδες κωδικοί διαφορετικών ειδών σε snacks που απευθύνονται αποκλειστικά σε καταναλωτές vegan. Κι ενώ πρωταγωνιστές στην κατηγορία είναι τα γαριδάκια και τα πατατάκια που δεν περιέχουν ζωικά συστατικά, vegan επιλογές υπάρχουν πλέον και στην κατηγορία της μπάρας. Ανάλογες επιλογές διατίθενται μάλιστα και στην ελληνική αγορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εταιρεία Naturals, που έχει εντάξει στο χαρτοφυλάκιό της τις μπάρες Flapjack BioVegan και Flapjack Bio Vegetarian.

Μεγάλο πλεονέκτημα η χαμηλή τιμή

Η πανδημία άσκησε μεγάλη επίδραση στις συνήθειες των καταναλωτών, μεταβάλλοντας τα δεδομένα στην αγορά τροφίμων και ποτών. Κι ενώ τα δευτερεύοντα κριτήρια επιλογής προϊόντων αλλάζουν, ένα φαίνεται να παραμένει σταθερό· η σημασία που δίνουν οι καταναλωτές στην τιμή. Οι μπάρες δημητριακών και πρωτεΐνης που πωλούνται στο κανάλι της μικρής λιανικής, διατίθενται σε χαμηλό αντίτιμο -και συχνά ανά τεμάχιο-, σε αντίθεση με τα σούπερ μάρκετ που στηρίζονται κυρίως στις πολυσυσκευασίες. Ο πελάτης ενός μίνι μάρκετ, ξοδεύοντας περίπου ένα ευρώ, μπορεί να αγοράσει ένα snack που εύκολα καταναλώνεται ακόμη και καθ’ οδόν. Αυτό αποτελεί ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε μια περίοδο που ο κορωνοϊός προκάλεσε μεγάλη οικονομική ανασφάλεια και έστρεψε το αγοραστικό κοινό στην αναζήτηση τρόπων εξοικονόμησης χρημάτων. Κι ενώ μπάρες πωλούνται (εκτός από τα σούπερ και μίνι μάρκετ) και στους φούρνους, η τιμή τους κατά βάση είναι υψηλή, με αποτέλεσμα να μην επηρεάζουν ιδιαίτερα τους τζίρους της μικρής λιανικής.

Ανησυχία για τις ανατιμήσεις στην αγορά

Οι μπάρες δημητριακών και πρωτεΐνης αποτελούν μια κατηγορία στην οποία «ποντάρει» ο επαγγελματίας της μικρής λιανικής και αναμένεται να αναπτυχθεί περαιτέρω στο μέλλον. Όμως, οι ανατιμήσεις που παρατηρούνται τους τελευταίους μήνες στην αγορά προκαλούν ανησυχία σχετικά με το πόσο μπορεί να επηρεαστούν τα συγκεκριμένα προϊόντα από την αύξηση του κόστους της ενέργειας και των πρώτων υλών. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι παράγοντες του κλάδου, καθώς ο δείκτης διεθνών τιμών πρώτων υλών (commodities) τροφίμων παραμένει σημαντικά αυξημένος σε σχέση με πριν από την πανδημία Covid-19. Όλοι οι επιμέρους δείκτες παρουσιάζουν αυξήσεις (δημητριακά, έλαια, κρέας, γαλακτοκομικά, ζάχαρη) με μεγαλύτερες αυξήσεις από αυτές να καταγράφονται στα φυτικά έλαια και στα δημητριακά. Οι αυξήσεις οφείλονται, κυρίως, στην αποδοτικότητα της παραγωγής στις μεγάλες παραγωγούς χώρες και στην αύξηση της ζήτησης από τις χώρες της Ασίας. Αρκετές από αυτές τις μεταβολές επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων στην Ελλάδα λόγω των εισαγόμενων πρώτων υλών, αλλά και τις εισαγωγές τελικών τροφίμων και ποτών από τις διεθνείς αγορές.