Το 51% βλέπει προσφορές στο internet

Όπως έχετε διαβάσει και σε σχετικά ρεπορτάζ του περιοδικού Mini Market & Μικρή Λιανική, όλο και περισσότεροι επαγγελματίες του κλάδου έχουν αρχίσει να προωθούν προσφορές και εκπτώσεις στα καταστήματά τους, μέσα από το internet και τα social media. Πρόκειται για μία ενέργεια που κρίνεται πλέον απαραίτητη και για τα μίνι μάρκετ, αφού όλο και περισσότεροι καταναλωτές πραγματοποιούν σχετικές αναζητήσεις στο διαδίκτυο. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία της έρευνας του ΙΕΛΚΑ, που εξέτασε τις πηγές πληροφόρησης για τις προσφορές και τις εκπτώσεις. Τα κύρια κανάλια λοιπόν είναι τα έντυπα μέσα με 61% (κυρίως τα ενημερωτικά φυλλάδια με 56%), η τηλεόραση με 43%, αλλά και τα ψηφιακά μέσα με 51% (αθροιστικά internet, κινητό τηλέφωνο, ηλεκτρονικά σούπερ μάρκετ). Διαχρονικά φαίνεται ότι τα πρώτα δύο κανάλια (φυλλάδια και τηλεόραση) παρουσιάζουν μικρή κάμψη, ενώ κερδίζουν έδαφος οι νέες τεχνολογίες, που αυξάνονται από 22% σε 51%.

Οι λοιπές πηγές ενημέρωσης παρουσιάζουν επίσης διακυμάνσεις, με τη σημαντικότερη τα τελευταία χρόνια να είναι η μείωση της ενημέρωσης εντός του καταστήματος (π.χ. αφίσες). Οι μελλοντικές τάσεις δείχνουν, ότι στην επόμενη πενταετία τα ψηφιακά μέσα θα γίνουν το κύριο κανάλι ενημέρωσης με 63%, το φυλλάδιο θα βρίσκεται στη δεύτερη θέση με 54% και η τηλεόραση θα πέσει στο 34%. Η αύξηση της αξιοποίησης των ψηφιακών τεχνολογιών είναι ιδιαίτερα σημαντική τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, καθώς δίνει στον καταναλωτή τα απαραίτητα εργαλεία για τη μέγιστη αξιοποίηση των προσφορών και των εκπτώσεων και για την εξοικονόμηση δαπάνης, ενώ αποτελεί και μια διαφανή διαδικασία σύγκρισης τιμών.

Συνοψίζοντας, τα στοιχεία συνηγορούν στο ότι διαχρονικά αυξάνεται η εξοικονόμηση από τις προωθητικές ενέργειες και προσφορές στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ, η οποία επίσης διαχρονικά επιτυγχάνεται με λιγότερο κόπο για τους καταναλωτές και με αυξημένο τον ρόλο του διαδικτύου και των κοινωνικών δικτύων, ως καναλιών ενημέρωσης, συγκριτικά με το παρελθόν.

Νέες καταναλωτικές συνήθειες

Τα νέα δεδομένα στην αγορά έχουν φέρει και μια σειρά από αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες των τελευταίων μηνών. Σύμφωνα με τη Δήμητρα Κατσίπη, εμπορική διευθύντρια της εταιρείας ερευνών IRI Hellas, οι καταναλωτές προσαρμόζονται στη νέα κατάσταση αγοράζοντας μικρότερες συσκευασίες, αλλάζουν τη συχνότητα επίσκεψης, τις ώρες, αλλά και τα καταστήματα. Ψάχνουν την αξία, την τιμή και αναζητούν προϊόντα επώνυμα, αλλά και ιδιωτικής ετικέτας.

Το 84,6% των Ελλήνων απάντησε, ότι όταν βρίσκει σε ένα κατάστημα ελληνικά προϊόντα, τα προτιμά από τα αντίστοιχα εισαγόμενα.

Από τις μεγαλύτερες αλλαγές που έχουν εντοπιστεί από την αρχή της φετινής χρονιάς, πάντως, είναι η στροφή των καταναλωτών στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Συγκεκριμένα, στο πρώτο δίμηνο το μερίδιό τους αυξήθηκε κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες φτάνοντας στο 15,7%, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο όμως από το 2014, που είχε ανέλθει στο 19%. Φαίνεται να υπάρχει μία μεγάλη δεξαμενή καταναλωτών, που θα μπορούσε να δώσει στο οργανωμένο λιανεμπόριο μια νέα ώθηση μέσω της ιδιωτικής ετικέτας. Σύμφωνα με έρευνα, ποσοστό 25% των καταναλωτών δηλώνει απόλυτα πιστό στο επώνυμο προϊόν και αντίστοιχα 25% στην ιδιωτική ετικέτα. «Το υπόλοιπο 50% είναι μία δεξαμενή. Εκεί εντάσσονται περισσότερο καταναλωτές της μεσαίας τάξης», σημείωσε σχετικά η κα Κατσίπη.

Αυξάνεται η εμπιστοσύνη των καταναλωτών στα ελληνικά προϊόντα

Ανοδική παραμένει η τάση και για τα ελληνικά προϊόντα. Η στήριξη των καταναλωτών στα προϊόντα «Made in Greece» ξεκίνησε να γίνεται εμφανής την προηγούμενη δεκαετία, με αποτέλεσμα σήμερα να έχει διαμορφωθεί ένα καταναλωτικό κίνημα που εκφράζει τη συνειδητή προσπάθεια του αγοραστικού κοινού για διατήρηση των θέσεων εργασίας και της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, σύμφωνα και με τον κ. Γεώργιο Μπάλτα, καθηγητή του Τμήματος Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πρόσφατη ετήσια έρευνα, το 84,6% των ερωτηθέντων απάντησε ότι όταν βρίσκει στο σούπερ μάρκετ ελληνικά προϊόντα τα προτιμά από τα εισαγωγής, σημειώνοντας σημαντική αύξηση από το 78% που ήταν σε αντίστοιχη περυσινή έρευνα. Διευκρινίζεται, ότι η ερώτηση αυτή αφορά την πρόθεση του καταναλωτή και φυσικά δεν ταυτίζεται με την τελική επιλογή του που επηρεάζεται από πολλαπλούς παράγοντες (διαθεσιμότητα, προσφορές, κ.τ.λ.). Στην ίδια έρευνα, το 73,7% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι υπάρχει στροφή των καταναλωτών στα προϊόντα ελληνικής παραγωγής.

Το 90,9% δηλώνει, ότι θέλει να αναγράφεται στη συσκευασία πως ένα προϊόν είναι ελληνικής παραγωγής. Ποσοστό 75,7% των ερωτηθέντων πιστεύει, ότι τα ελληνικά προϊόντα είναι περισσότερο ασφαλή και έχουν καλύτερη ποιότητα. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε από 62% που ήταν πέρυσι, δείχνοντας την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στην ελληνική παραγωγή. Το 88,7% πιστεύει, ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα στηρίζει την παραγωγή της χώρας και ποσοστό 80,8% θεωρεί, ότι αγοράζοντας ελληνικά προϊόντα βοηθά στη μείωση της ανεργίας.
Διακρίνεται η ορθολογική αντιμετώπιση του θέματος και η κατανόηση της σημασίας που έχει η αγορά των εγχώριων προϊόντων, για τη στήριξη της ελληνικής παραγωγής και των εργαζομένων. Την ίδια στιγμή, η κατανάλωση εγχώριων και τοπικών προϊόντων αποτελεί και οικολογική επιλογή, καθώς προκαλεί πολύ μικρότερη επιβάρυνση του περιβάλλοντος, ελαχιστοποιώντας τις μεταφορές, τις αποθηκεύσεις και γενικότερα τις επιβαρύνσεις που προκαλεί η εφοδιαστική αλυσίδα. Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Μπάλτα, οδηγεί περισσότερους καταναλωτές στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες να στρέφονται σε προϊόντα που παράγονται πλησιέστερα σε αυτούς. Το ίδιο κάνουν και επιχειρήσεις στον τομέα των προμηθειών, εφαρμόζοντας μια γνήσια οικολογική στρατηγική, χωρίς στοιχεία προσποίησης, που δυστυχώς εντοπίζονται σε κάποιες άλλες περιπτώσεις. Σημειώνει τέλος, ότι οι επιχειρήσεις δίνουν σήμερα έμφαση στον παράγοντα «Made in Greece» και προβάλλουν το γεγονός πως τα προϊόντα τους είναι ελληνικής παραγωγής, καθώς αυτό έγινε σημαντικό αγοραστικό κριτήριο για τους καταναλωτές.