Οι μπάρες δημητριακών και πρωτεΐνης έχουν κατακλύσει τα τελευταία χρόνια την αγορά και πλέον αποτελούν ένα από τα δυνατά «χαρτιά» για τα καταστήματα μικρής λιανικής. Η ζήτησή τους αυξάνεται διαρκώς όπως και οι επιλογές
των επαγγελματιών, δίνοντας σημαντικό περιθώριο κέρδους στα καταστήματα.

Η νέα «κυρίαρχη» τάση στη μικρή λιανική

Οι μπάρες δημητριακών (cereal bars) αποτελούν μια κατηγορία προϊόντων ζωτικής σημασίας για τα καταστήματα μικρής λιανικής, καθώς μέσα σε μερικά χρόνια οι πωλήσεις τους σημείωσαν θεαματική άνοδο κι αποτέλεσαν αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής διατροφής. Ο βασικός λόγος που οι μπάρες δημητριακών είναι σε θέση να αυξήσουν τον τζίρο των μίνι μάρκετ είναι διπλός: από τη μία πλευρά ταυτίζονται με τη σύγχρονη τάση που απαιτεί πιο υγιεινές επιλογές στην καθημερινή διατροφή των καταναλωτών, από την άλλη πλευρά, λόγω της on the go φιλοσοφίας τους, ευνοείται η πώλησή τους σε μίνι μάρκετ, παντοπωλεία και καταστήματα βιολογικών προϊόντων.

Συγκεκριμένα, οι μπάρες δημητριακών, κατά βάση, είναι πλούσιες σε φυτικές ίνες, πρωτεΐνες, βιταμίνες κι ιχνοστοιχεία. Τα στοιχεία αυτά είναι ταυτισμένα στη συνείδηση των καταναλωτών με το σύγχρονο διατροφικό πρότυπο, που στοχεύει στην απομάκρυνση από τα λιπαρά και στην αντικατάστασή τους από προϊόντα γευστικά, τα οποία όμως δεν είναι βλαβερά για την υγεία. Η αλλαγή αυτή στη συμπεριφορά του αγοραστικού κοινού, σε παγκόσμιο κι εγχώριο επίπεδο, έχει οδηγήσει πρακτικά στην «εκτίναξη» της συγκεκριμένης κατηγορίας, η οποία έχει καθιερωθεί, δίνοντας μάλιστα μια τεράστια γκάμα από διαφορετικού τύπου προϊόντα. Η κατανάλωση cereal bars μεταξύ των γευμάτων, ως σνακ, είναι μία τάση που κερδίζει δημοτικότητα μεταξύ όλων των ηλικιακών ομάδων, γι’ αυτό όλο και περισσότερες εταιρείες επιχειρούν να διεισδύσουν στη συγκεκριμένη αγορά, διεκδικώντας μερίδιο από τα κέρδη.

Μπάρες Δημητριακών και ΠρωτεΐνηςΣύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, η παγκόσμια αγορά των cereal bars αυξάνεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 3,9% κι αναμένεται να ξεπεράσει τα 15,5 δισ. δολάρια μέχρι το 2025. Οι μπάρες χωρίζονται σε τρεις βασικές κατηγορίες: τις μπάρες ενεργειακής διατροφής, τις μπάρες τύπου σνακ και τις άλλες μπάρες δημητριακών. Η κατηγορία των σνακ κυριαρχεί, με περισσότερο από το 70% του μεριδίου της παγκόσμιας αγοράς, οι μπάρες ενεργειακής διατροφής αποτελούν αναπτυσσόμενη κατηγορία, ενώ οι ετικέτες «χωρίς», όπως χωρίς ζάχαρη, κερδίζουν σημαντικά «έδαφος».

Βασικοί «παίκτες» στην κατηγορία της μπάρας σε παγκόσμιο επίπεδο είναι εταιρείες, που παραδοσιακά δραστηριοποιούνται στο κανάλι των δημητριακών, όπως η Kellogg’s, η Nestlé κι η General Mills, με την Kellogg’s να αντιπροσωπεύει το ένα τρίτο της παγκόσμιας αγοράς. Στην εγχώρια αγορά, η εικόνα δεν είναι πολύ διαφορετική, καθώς οι ίδιες εταιρείες βρίσκονται υψηλά στις προτιμήσεις των καταναλωτών, παράλληλα όμως και με την ελληνική εταιρεία, Παπαδοπούλου, που λανσάρει αντίστοιχα προϊόντα, όπως οι μπάρες Digestive.

Οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, που πρωτοστατούν στην αγορά, περιέχουν στο χαρτοφυλάκιό τους μια πολύ μεγάλη γκάμα από μπάρες. Η Kellogg’s έχει λανσάρει με τη σειρά Special K μπάρες που ικανοποιούν τις προτιμήσεις μικρών και μεγάλων, με μπισκότο, δημητριακά κι άλλα συστατικά. Η Nestlé με τη σειρά Fitness έχει επίσης επιτυχημένη παρουσία στη συγκεκριμένη αγορά, ενώ η βιομηχανία Μπισκότα Παπαδοπούλου με τις μπάρες Digestive, παρέχει γευστικές προτάσεις με ποικιλία δημητριακών, κόκκινα φρούτα, κομμάτια πορτοκαλιού, γάλα και σοκολάτα. Τα συγκεκριμένα προϊόντα στοχεύουν στην αντικατάσταση κάποιων από τα ενδιάμεσα γεύματα των καταναλωτών, στην Ελλάδα όμως φαίνεται να αναπληρώνουν κυρίως το πρωινό.

Μπάρα αντί… για πρωινό

Μπάρες Δημητριακών και ΠρωτεΐνηςΣύμφωνα με έρευνες που μελετούν τη διατροφική συμπεριφορά των Ελλήνων, γίνεται φανερό ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού, περίπου 50%, παραλείπει εντελώς το πρωινό, καθώς αρκείται στην κατανάλωση ενός καφέ στο ξεκίνημα της ημέρας. Η συνήθεια αυτή των Ελλήνων καταναλωτών, σε συνδυασμό με τη «στροφή» τους σε πιο υγιεινά διατροφικά μοντέλα, έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη της κατηγορίας της μπάρας, η οποία μπορεί να καταναλωθεί εύκολα, γρήγορα, ακόμα και καθ’ οδόν, λειτουργώντας ως υποκατάστατο του γεύματος που παραλείπεται.

Τα προϊόντα τύπου μπάρας αφενός συμβαδίζουν με τη λογική της «εν κινήσει» κατανάλωσης, στον δρόμο, στη δουλειά και γενικά εκτός σπιτιού, αφετέρου μπορούν να υποστηρίξουν και την ανάγκη για μια πιο υγιεινή διατροφή, καθώς αρκετά από αυτά είναι πλούσια σε θρεπτικές ουσίες κι ιδανικά για την ενίσχυση του οργανισμού μέσα στην ημέρα. Με βάση, μάλιστα, τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας του ΙΕΛΚΑ, οι Έλληνες καταναλωτές της επόμενης δεκαετίας θα συνεχίσουν να αναζητούν σνακς και γεύματα ευκολίας, εξ αιτίας του περιορισμένου χρόνου, τα οποία μάλιστα θα πληρούν τις προϋποθέσεις της υγιούς διαβίωσης. Οι μπάρες αποτελούν μια δημοφιλή, πλέον, επιλογή για το ελληνικό καταναλωτικό κοινό.

Cereal bars γένους… θηλυκού

Υπολογίζεται ότι ένα εκατομμύριο Έλληνες τρώνε συστηματικά μπάρες δημητριακών, με τη μεγαλύτερη κατανάλωση να λαμβάνει χώρα στα μεγάλα αστικά κέντρα, κυρίως στην Αθήνα. Η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών, το 70%, είναι γυναίκες. Οι γυναίκες εμφανίζονται πιο ευαισθητοποιημένες στα θέματα υγιεινής διατροφής, τον έλεγχο του βάρους τους κι επηρεάζονται περισσότερο από τα πρότυπα που προβάλλουν τα social media, τα οποία σήμερα καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις διατροφικές επιλογές του αγοραστικού κοινού. Οι μπάρες δημητριακών έχουν καθιερωθεί στην αγορά, ως ένα από τα πλέον υγιεινά σνακ, και συχνά συνδυάζονται με ειδικές διατροφές και δίαιτες, χωρίς όμως αυτό να ισχύει για όλα τα προϊόντα της κατηγορίας. Οι μπάρες δημητριακών είναι μια κατηγορία προϊόντων που βρίσκει ανταπόκριση και σε ένα σημαντικό μέρος του αγοραστικού ανδρικού κοινού, κυρίως σε αυτούς που αθλούνται, αλλά και σε παιδιά κάθε ηλικίας.