Premium προϊόντα και brands από το εξωτερικό. Παρά τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων και τον περιορισμό των δαπανών από τους Έλληνες καταναλωτές, οι κατηγορίες των premium προϊόντων και των ακριβών brands από το εξωτερικό παρουσιάζουν αυξημένη ζήτηση στα καταστήματα της μικρής λιανικής.

Του ΒάιουΤασούλα

Τα νέα trends στα καταστήματα της μικρής λιανικής

Από την περίοδο της πανδημίας του Κορωνοϊού και μετά έχουν αρχίσει να εμφανίζονται νέες καταναλωτικές τάσεις, οι οποίες εκτιμάται ότι θα παραμείνουν και τα επόμενα χρόνια, αλλάζοντας τον «χάρτη» και στα τρόφιμα και τα ποτά, στα ράφια και τα ψυγεία των σούπερ μάρκετ, αλλά και των καταστημάτων της μικρής λιανικής. Ένα νέο δεδομένο λοιπόν που καταγράφεται στην παγκόσμια αγορά είναι ότι έχει αυξηθεί -και προβλέπεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται- η ζήτηση για premium κωδικούς. Στελέχη της παγκόσμιας αγοράς αναφέρουν ότι οι καταναλωτές δείχνουν πια μία «κόπωση» από γνωστές συνταγές και προϊόντα, με αποτέλεσμα να θέλουν να αντικαταστήσουν τις συνηθισμένες εμπειρίες όσον αφορά το φαγητό τους. Αυτό αφορά λοιπόν και τα τρόφιμα που αγοράζουν από κανάλια όπως τα μίνι μάρκετ, τα οποία ειδικά στο εξωτερικό, είναι αυτά που «οδηγούν» τις τάσεις για εύκολο, αλλά υγιεινό και ποιοτικό εντούτοις φαγητό. Για τον λόγο αυτό, τα premium και super premium προϊόντα, ειδικά όσα προέρχονται από βιώσιμες πηγές, σημείωσαν μεγάλα κέρδη πωλήσεων την τελευταία τριετία και το ενδιαφέρον σε αυτή την κατηγορία αναμένεται να παραμείνει ανοδικό.

Περίπου το 20% των καταναλωτών αναζητά premium προϊόντα και το 30% είναι πρόθυμο να πληρώσει περισσότερα για premium προϊόντα.

Ανεκτική και στις ανατιμήσεις η κατηγορία

Οι καταναλωτές που αναζητούν premium κωδικούς φαίνεται ότι δεν επηρεάζονται ούτε από το περιορισμένο μπάτζετ τους εν μέσω των ανατιμήσεων, οι οποίες μείωσαν τα χρήματα στο πορτοφόλι τους. Περίπου το 20% των καταναλωτών αναζητά premium προϊόντα και ένα εντυπωσιακό 30% των καταναλωτών είναι πρόθυμο να πληρώσει περισσότερα για premium προϊόντα, σύμφωνα με σχετικές έρευνες. Ακόμα και στην περίοδο των ανατιμήσεων, εξακολουθούν να βρίσκουν λόγους για να αγοράσουν τα εν λόγω προϊόντα, εν μέρει βοηθούμενοι από έξυπνες εισαγωγές προϊόντων και τεχνικές μάρκετινγκ από προμηθευτές της κατηγορίας.

Οι έμποροι λιανικής και οι πάροχοι υπηρεσιών τροφίμων που πετυχαίνουν σε αυτό το περιβάλλον βρίσκουν τρόπους να ανταποκριθούν στην οικονομική ύφεση, όχι αγνοώντας την ή αντιστρέφοντας τη στρατηγική, αλλά ενσωματώνοντας τον αντίκτυπό της στη συμπεριφορά των καταναλωτών. Για παράδειγμα, με περισσότερους καταναλωτές που μαγειρεύουν και τρώνε στο σπίτι, οι έμποροι λιανικής διεκδικούν τα χρήματα των τροφίμων από την εστίαση, η οποία πλήττεται πρώτη από τη μείωση των δαπανών των καταναλωτών για τρόφιμα και ποτά. Είναι επίσης μια ευκαιρία για τους επαγγελματίες του μάρκετινγκ των premium τροφίμων και ποτών να αναπτύξουν δελεαστικά προϊόντα, ποιότητας εστιατορίου, που βοηθούν τους καταναλωτές που γνωρίζουν τη μαγειρική, να φέρουν την εμπειρία του εστιατορίου στο σπίτι. Κάπως έτσι, οι πωλήσεις των premium τροφίμων ξεπέρασαν τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ. Αντίστοιχη είναι όμως η πορεία και στην Ελλάδα, η οποία και οδηγείται από κατηγορίες όπως το αλκοόλ, ο καφές, τα έτοιμα γεύματα και τα μπαχαρικά. Ειδικά στα ποτά, οι πωλήσεις των premium προϊόντων τρέχουν με ρυθμό ανάπτυξης πάνω από το 10%, την ώρα που η άνοδος γενικά στα οινοπνευματώδη είναι οριακή.

Προϊόντα που αξίζουν τα λεφτά τους αναζητούν οι καταναλωτές

Η ανοδική πορεία στις πωλήσεις των premium προϊόντων, μέσα σε μία δύσκολη οικονομική συγκυρία, εξηγείται και από το γεγονός ότι οι καταναλωτές προσέχουν πού ξοδεύουν τα χρήματά τους. Η μείωση των δαπανών μεταφράζεται σε αυτή την περίπτωση σε επιλογή μόνο ποιοτικών προϊόντων, τα οποία και αξίζουν τα λεφτά τους. Το γεγονός επιβεβαιώνεται μάλιστα και από πολλές κορυφαίες επιχειρήσεις στον κλάδο των τροφίμων και των ποτών, οι οποίες και έχουν στραφεί προς το λανσάρισμα τέτοιων προϊόντων. Εταιρείες όπως, η Unilever και η Kraft Heinz έχουν ανοίξει το χαρτοφυλάκιό τους με premium κωδικούς, ακολουθώντας τη σχετική ζήτηση. «Η αλήθεια είναι ότι ορισμένοι καταναλωτές αναγκάζονται να στραφούν στα απαραίτητα και να υπολογίζουν κάθε δεκάρα και άλλοι είναι πολύ ανήσυχοι για τις οικονομικές προοπτικές, αλλά εξακολουθούν να έχουν χρήματα να ξοδέψουν και στην ουσία διαπραγματεύονται με προϊόντα υψηλής ποιότητας.

Για παράδειγμα, η προτίμηση σε τρόφιμα υψηλής ποιότητας. Ενώ αυτή η ομάδα καταναλωτών θα προσπαθήσει να εξοικονομήσει χρήματα μέσω των βασικών αγαθών, δεν θα γεμίσει το καλάθι μόνο με αυτά», εξήγησε σχετικά για την παγκόσμια τάση, ο επικεφαλής λιανικής της KPMG στο Ηνωμένο Βασίλειο, Πολ Μάρτιν. Κάπως έτσι, η Kraft Heinz μπήκε πρόσφατα στην αγορά των premium προϊόντων, με την κυκλοφορία της συλλογής HEINZ 57, η οποία περιλαμβάνει καρυκεύματα «εμπνευσμένα από τον σεφ και σχεδιασμένα για να προσθέτουν μαγεία στη γαστρονομική εμπειρία», σύμφωνα με την εταιρεία. Αυτό συνέβη καθώς η εταιρεία αύξησε τις τιμές περισσότερο από 12% ως απάντηση στο υψηλότερο κόστος μεταφοράς, εργασίας και συστατικών εν μέσω του αυξανόμενου πληθωρισμού. Η εισαγωγή περισσότερων προϊόντων premium βρίσκεται έτσι στον σχεδιασμό της Kraft Heinz, σύμφωνα με τον Πρόεδρο της εταιρείας στις ΗΠΑ, Carlos Abrams-Rivera. Την ίδια κατεύθυνση ακολουθεί και η Mondelez International , η οποία και προχώρησε σε μία σειρά από εξαγορές τα τελευταία χρόνια (Hu Master Holdings, Lion/Gemstone Topco και Gourmet Food Holdings), οι οποίες και αφορούν την ανάπτυξή της σε κατηγορίες με premium προϊόντα.

Κωνσταντίνος Καλαμάρης
«Διαφοροποιούμαστε από τον ανταγωνισμό»
Ένα μίνι μάρκετ που έχει γίνει viral και στα social media, με τα προϊόντα από το εξωτερικό, είναι και το 24ωρο κατάστημα επί της οδού Τραλλέων στο Γαλάτσι. Πρόκειται για ένα καινούργιο κατάστημα, που επένδυσε στα brands από το εξωτερικό για να ξεφύγει από τον ανταγωνισμό, όπως τόνισε στο περιοδικό «Mini Market & Μικρή Λιανική», ο κ. Κωνσταντίνος Καλαμάρης. «Ήταν μία απόφαση που πήραμε ως κατάστημα, για να διαφοροποιηθούμε κάπως από τον ανταγωνισμό. Υπάρχουν πλέον καταναλωτές που έρχονται ακόμη και από μακρινές περιοχές για να πάρουν αυτά τα προϊόντα, τα οποία τα βλέπουν τις περισσότερες φορές στα social media», μας είπε. Όσον αφορά το περιθώριο κέρδους και τις δυσκολίες για το refill στα ράφια, ο ίδιος μας ανέφερε ότι: «υπάρχουν σίγουρα δυσκολίες για να διατηρήσει συγκεκριμένους κωδικούς σταθερά στο ράφι, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα συνήθως είναι ότι δεν μπορείς να επιστρέψεις ό,τι δεν έχει πουληθεί και είναι μία ζημιά που θα πρέπει να απορροφήσεις. Μπορεί να χάσεις και το 30%, αλλά τα περιθώρια κέρδους σε αυτά τα προϊόντα είναι μεγάλα οπότε σε συνολικό επίπεδο βγαίνεις κερδισμένος. Ειδικά την περίοδο που είναι ανοιχτά τα σχολεία και έρχονται μαθητές ή παιδιά με τους γονείς τους», μας εξήγησε ο κ. Καλαμάρης.