Η αντίδραση των καταναλωτών στις ανατιμήσεις

Με προσαρμογές στην αγοραστική τους συμπεριφορά αντιδρούν, σε πρώτη φάση, οι καταναλωτές, στις ανατιμήσεις των προϊόντων και των υπηρεσιών. Ενδεικτικό είναι ότι, σύμφωνα με έρευνες καταναλωτών, κάθε φορά που αυξάνεται η τιμή βασικών ειδών, καταγράφεται μείωση του όγκου πωλήσεων, ενώ πάνω από τους μισούς καταναλωτές στρέφονται στην αγορά άλλης μάρκας από αυτή που συνήθως προτιμούσαν, εάν η τιμή της αυξηθεί. Την ίδια στιγμή προμηθευτές και λιανέμποροι επιστρέφουν ξανά στις προσφορές και προωθητικές ενέργειες, προκειμένου να μη χάσουν μερίδια αγοράς που κέρδισαν κατά την περίοδο της πανδημίας.

Όπως εξήγησε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής του Τμήματος Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών, ο Γεώργιος Μπάλτας, «κάθε περίοδο που αυξάνονται οι τιμές και υποχωρεί η αγοραστική δύναμη, το ενδιαφέρον των καταναλωτών επικεντρώνεται στο κόστος των προϊόντων. Αυτό σημαίνει ότι οι τιμές και οι προσφορές αναβαθμίζονται ως κριτήρια επιλογής προϊόντων και υπηρεσιών από τους καταναλωτές». Σε πρόσφατες έρευνες Αγοραστικής Συμπεριφοράς που διεξάγει το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ως σημαντικότερα κριτήρια επιλογής προϊόντων αναδεικνύονται η ποιότητα, η τιμή, οι προσφορές και η προέλευση.

ΙΕΛΚΑ: «Προμηθευτές και λιανέμποροι έβαλαν πλάτη αυτήν τη περίοδο»

Στις ανατιμήσεις προϊόντων στην αγορά, αναφέρθηκε και ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), Κωνσταντίνος Μαχαίρας, ο οποίος έκανε θετικές προβλέψεις για το μέλλον. «Περιμένουμε να γίνει εξομάλυνση. Οι προμηθευτές και οι λιανέμποροι έβαλαν πλάτη αυτήν την περίοδο. Λειτούργησαν με τη λογική και για αυτό κρατήθηκαν οι αυξήσεις τιμών στον μέσο όρο του 1,1% στο τελευταίο τρίμηνο του 2021 μέχρι και το πρώτο δεκαήμερο του 2022. Αν καταφέρουμε ως κλάδος και κρατήσουμε τις αυξήσεις τιμών κάτω από το 50% του μέσου όρου του ευρωπαϊκού πληθωρισμού, τότε θα έχουμε κάνει μια εξαιρετική δουλειά. Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος και των λιανεμπόρων και των προμηθευτών», ανέφερε χαρακτηριστικά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ενώ επισήμανε και την αναγκαιότητα μείωσης του ΦΠΑ, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Προσωπικά, τα τελευταία χρόνια, ζητούσα τη μείωση του ΦΠΑ σε βασικούς κωδικούς τροφίμων, γνωρίζοντας ότι σε περιόδους κρίσης (μνημονίων, Covid κ.ά.) δεν είναι η προτεραιότητα για τις κυβερνήσεις, όπου το budget είναι συγκεκριμένο και περιορισμένο. Όταν το ζητούσα ήταν “επιθετικό όπλο” για την οικονομία και αυτοχρηματοδοτούμενο. Σήμερα, αν γίνει, θα είναι αμυντικό, με κόστος και ίσως με μικρότερη απήχηση, ωστόσο είναι αναγκαίο. Οι αυξήσεις τιμών θα συγκρατηθούν και θα είναι πολύ πιο κάτω από το 50% του μέσου όρου του ευρωπαϊκού πληθωρισμού, εις βάρος της προσωρινής κερδοφορίας των εταιρειών αλλά υπέρ της αύξησης εμπιστοσύνης του καταναλωτικού κοινού στις εταιρείες μακροπρόθεσμα».

Κοτσοχείλη Χριστίνα
Έως και 10-30 λεπτά πάνω οι τιμές

Οι ανατιμήσεις στην πλειοψηφία των προϊόντων έχει γίνει φυσικά αντιληπτή και στα μίνι μάρκετ σε όλη την Ελλάδα, τα οποία και καλούνται πια να αυξήσουν και τις δικές τους τιμές ή να περιορίσουν κι άλλο, τα μικρά περιθώρια κέρδους τους. «Στα μικρά καταστήματα το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο, γιατί δεν μπορώ να ανεβάσω πολύ την τιμή σε συγκεκριμένα προϊόντα. Αν η γειτονιά δει ότι οι τιμές μου είναι πολύ μεγαλύτερες θα προτιμήσει το σούπερ μάρκετ», μας εξήγησε η κυρία Χριστίνα Κοτσοχείλη, ιδιοκτήτρια μίνι μάρκετ στη Ριζούπολη. «Βρίσκουμε πλέον τιμές ώς και 10-30 λεπτά πάνω, οπότε ψάχνουμε και εμείς να βρούμε συγκεκριμένες προσφορές ή εκπτώσεις, ώστε να μπορέσουμε να διατηρήσουμε τις τιμές σε ένα επίπεδο. Προσωπικά έχω χαμηλότερες τιμές σε κάποια προϊόντα από αυτά που μου προτείνουν οι προμηθευτές, γιατί πρέπει να είσαι και κάπως ανταγωνιστικός. Το παιδάκι που θα έρθει να πάρει το χυμό του, δεν μπορεί να χαλάσει πολύ περισσότερα», ανέφερε χαρακτηριστικά στο περιοδικό Mini Market & Λιανική.