Η αγορά του μελιού στην Ελλάδα

Η αγορά του μελιού στην Ελλάδα είχε σταθερά αυξητικές τάσεις ακόμη και κατά τη διάρκεια της κρίσης, κάνοντας μόνο μία «κοιλιά» στη διετία 2015-2016 και παρουσιάζοντας ξανά αυξητικές τάσεις το 2017, με αντίστοιχες εκτιμήσεις και για το 2018, που μόλις ολοκληρώθηκε. Ο εγχώριος ανταγωνισμός, πάντως, έχει γίνει ιδιαίτερα «σκληρός», με πλήθος εταιρειών να ασχολούνται πια επαγγελματικά με την παραγωγή του μελιού και τη διάθεσή του, διεκδικώντας μερίδια, ειδικά από τα καταστήματα της μικρής λιανικής, όπου οι ποσότητες δεν είναι πολύ μεγάλες. Όσον αφορά τους μεγάλους «παίκτες» της αγοράς, το Μέλι Αττικής κατέχει κοντά στο 45%, ενώ η Μελισσοκομική Αθηνών, η Μελισσοκομική Δωδεκανήσου, η Ελληνικό Μέλι, η Άγρια Μέλισσα, η Μελίγυρις και η Σίθων αποτελούν τις πιο γνωστές εταιρείες και στη μικρή λιανική. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι πολύ μεγάλο μερίδιο της αγοράς έχουν πλέον και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, τα λεγόμενα Private Label, το ποσοστό των οποίων ξεπερνά πια το 20%.

Σε κάθε συσκευασία πρέπει να αναφέρεται το όνομα κι η έδρα του παραγωγού ή και ο τυποποιητής του συγκεκριμένου μελιού.

Τα νοθευμένα προϊόντα κι η σημασία της ετικέτας

Ο ανταγωνισμός στην αγορά του μελιού είναι μεγάλος και τα προβλήματα που ανακύπτουν σημαντικά, καθώς υπάρχουν επιχειρήσεις που εισάγουν παράνομα μέλι από τα Βαλκάνια, «βαπτίζοντάς» το ελληνικό και πουλώντας το σε χαμηλότερη τιμή. Η χώρα μας εξελίσσεται έτσι σε ένα άτυπο κέντρο διακίνησης εισαγόμενου μελιού από εταιρείες που εξαπατούν τον καταναλωτή και δεν αναγράφουν στις συσκευασίες τους πως κάνουν προσμείξεις.

Η πιο απλή νοθεία είναι να πουλιέται ένα είδος ως κάτι άλλο. Υπάρχουν όμως και πιο περίπλοκες νοθείες, όπως με γλυκόζη κι άλλες γλυκαντικές ύλες σε τεράστια ποσοστά. Η Ομοσπονδία Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος συμβουλεύει να μη γίνεται αγορά προϊόντων που δεν αναγράφονται τα στοιχεία τους πάνω στο βάζο (παραγωγός-τυποποιητής), όπως ορίζει η νομοθεσία, ενώ γενικότερα τόσο οι επαγγελματίες της λιανικής, όσο και κυρίως οι καταναλωτές θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην ετικέτα των προϊόντων.

Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, στα είδη συσκευασίας του μελιού πρέπει να τοποθετούνται ετικέτες που θα φέρουν ορισμένες υποχρεωτικές ενδείξεις:

Αρχικά, πρέπει να αναγράφεται η ονομασία του προϊόντος σε σχέση με την προέλευσή του και τον τρόπο (μέθοδο) απόληψής του. Μπορεί έτσι να αναγραφεί μόνο η λέξη «μέλι» ή «μέλι ανθέων» ή «μέλι μελιτωμάτων», αν αυτό προέρχεται αντίστοιχα από το νέκταρ λουλουδιών ή από μελιτώματα. Ανάλογα με τον τρόπο παραγωγής (μέθοδο) του μελιού μπορεί να αναγραφεί η ονομασία μόνο «μέλι» ή «μέλι σε κηρήθρα», αν το μέλι περιέχεται μόνο σε κηρήθρα, ή «μέλι με κομμάτια κηρήθρας». Προαιρετικά μπορεί να γραφεί η ένδειξη «μέλι απλής φυγοκέντρισης» ή «μέλι συμπίεσης» ή «μέλι στράγγισης», ανάλογα με το αν η απόληψή του έχει γίνει αντίστοιχα με απλή φυγοκέντριση των απολεπισμένων κηρήθρων, με συμπίεση ή με απλή στράγγισή τους. Προαιρετική είναι κι η αναγραφή της φυτικής προέλευσης του μελιού: «μέλι θυμαρίσιο», «μέλι πορτοκαλιάς» κ.λπ., εφόσον φυσικά το μέλι προέρχεται από το αντίστοιχο φυτό.

Η ένδειξη του βάρους είναι επίσης υποχρεωτική. Το βάρος αναγράφεται σε γραμμάρια ή σε κιλά. Πρώτα αναγράφεται ο αριθμός και μετά η ένδειξη γραμμάρια ή κιλά.
Ακόμη, πρέπει να αναφέρεται το όνομα κι η έδρα του παραγωγού ή κι ο τυποποιητής του συγκεκριμένου μελιού.

Τέλος, η ένδειξη αναγνώρισης της παρτίδας προς πώληση είναι υποχρεωτική.